Η ομιλία της Ζωής Κωνσταντοπούλου, Επικεφαλής της Πλεύσης Ελευθερίας και τ. Προέδρου της Βουλής, στη Θεσσαλονίκη, κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών, την Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2019, στο πλαίσιο εκδήλωσης που διοργάνωσε η Πυρίκαυστος Ελλάδα

Πλεύση Ελευθερίας

Φίλες και φίλοι,

Να σας καλησπερίσω. Να σας πω ότι είναι μεγάλη μου χαρά και τιμή που βρίσκομαι απόψε μαζί σας. Με τον καθένα και την καθεμιά σας, τους φίλους, τις φίλες, τους Θεσσαλονικείς, τις Θεσσαλονικιές, τους Μακεδόνες, τις Μακεδόνισσες.

Βρίσκομαι μαζί σας σε μια πολύ κρίσιμη συγκυρία για τον τόπο μας, για την πατρίδα μας και για την Μακεδονία

Σε μια ιστορική στιγμή, κατά την οποία οι δυνάμεις της εκτροπής και της επιβολής, εκείνοι που θέλουν τον λαό μας υπόδουλο, έχουν δώσει τα ρέστα τους για να μας επιβάλουν άλλη μια αντισυνταγματική, αντιδημοκρατική, ανιστόρητη επιλογή τους, για την προώθηση συμφερόντων οικονομικών, γεωστρατηγικών, στρατιωτικών και πολιτικών, που έρχονται σε ευθεία αντίθεση με το εθνικό συμφέρον και θέτουν σε διακύβευση την εθνική κυριαρχία.

Οι δυνάμεις της αντίδρασης, που πραξικοπηματικά παραβίασαν το περήφανο ΟΧΙ του ελληνικού λαού και κυβερνούν έχοντας επιβάλει το ΝΑΙ, εδώ κι τριάμισι χρόνια, ετοιμάζονται να επιβάλουν στο λαό μας μια διεθνή συμφωνία, η οποία δεν εκπορεύεται από τη βούλησή του, αλλά επιβλήθηκε από τον ξένο παράγοντα από ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-Γερμανία-ΕΕ και προωθεί τα συμφέροντα αυτών των δυνάμεων, σε βάρος των συμφερόντων και των δικαιωμάτων του λαού μας.

Σε αυτή τη συμφωνία, που επιβάλλεται με συναλλαγή και ανταλλάγματα, οι πολίτες αντιτάχθηκαν από την πρώτη στιγμή, με μαζικά συλλαλητήρια, πάνδημα συλλαλητήρια, και καλούνται και σήμερα να αντισταθούν στην επιβολή της.

Η Πλεύση Ελευθερίας απευθύνει προσκλητήριο εγρήγορσης, ενεργοποίησης και συμμετοχής.

Γιατί θέλουν να πείσουν τους πολίτες ότι δεν μπορούν να κάνουν τίποτε, ότι δεν έχουν δύναμη και δεν έχουν εξουσία.

Ενώ η αλήθεια είναι ότι οι πολίτες είναι η ακατανίκητη δύναμη, που εάν συνειδητοποιηθεί, εάν ενεργοποιηθεί, εάν σηκωθεί στα πόδια της και παλέψει και διεκδικήσει, θα αποτρέψει τα σχέδιά τους.

Η Πλεύση Ελευθερίας για αυτό δημιουργήθηκε, πριν από 2,5 χρόνια, για αυτό παλεύει και σε αυτόν τον αγώνα προσκαλεί.

Φίλες και φίλοι,

Αυτή τη στιγμή στη Βουλή διεξάγεται μια αντισυνταγματική διαδικασία, μια αντισυνταγματική συζήτηση ψήφου εμπιστοσύνης.

Ψήφου εμπιστοσύνης σε ποιον;

Δεν είναι ψήφος εμπιστοσύνης στην Κυβέρνηση.

Ούτε πρόκειται, βέβαια, να εκφράσει την γνήσια εμπιστοσύνη εκλεγμένων βουλευτών στον κύριο Τσίπρα και τους συν αυτώ.

Αποτελεί προϊόν υπόγειων διαπραγματεύσεων της ψήφου αλλά και της στάσης βουλευτών και Υπουργών και φθάνει μέχρι του σημείου να αξιοποιεί την ολοκληρωτική μεταβολή στάσης βουλευτών, όπως ο κύριος Δανέλλης, η κυρία Παπακώστα και ούτω καθεξής.

Ο κύριος Τσίπρας ζητεί εμπιστοσύνη σε μια Κυβέρνηση στην οποία έβαλε τον εαυτό του Υπουργό Εξωτερικών. Εγώ, μετά τις τελευταίες εξελίξεις, απορώ πώς δεν έβαλε τον εαυτό του και Υπουργό Άμυνας και τελικά εκείνο το οποίο, στ’ αλήθεια, θα ήθελε να κάνει και, ίσως, πρέπει να το κάνει, είναι να αναλάβει όλα τα Υπουργεία. Ούτως ή άλλως μιας αντιδημοκρατικής Κυβέρνησης ηγείται. Να βάλει όλες τις υπογραφές, αυτές που έχει υποσχεθεί επ’ ανταλλάγματι, να ικανοποιήσει τους εντολείς του, τους δανειστές και τον ξένο παράγοντα και να απέλθει της θέσης του, της καρέκλας του, προφανώς με τα ανταλλάγματα που του έχουν υποσχεθεί.

Η καταστρατήγηση, όμως, του σκοπού της συνταγματικής διαδικασίας της ψήφου εμπιστοσύνης, που δεν μπορεί να είναι η αντιδημοκρατική παράταση του βίου μιας εξαρχής έκπτωτης Κυβέρνησης, αποκαλύπτει την ακραία περιφρόνηση προς τους ανθρώπους, προς τους πολίτες, αλλά και προς τους κανόνες και τις αρχές της δημοκρατίας, την ακραία περιφρόνησή του στην λαϊκή κυριαρχία και τον ελληνικό λαό.

Στα χρόνια των Μνημονίων δεν είναι η πρώτη φορά που γίνεται αυτό:

Θα θυμάστε, εγώ τουλάχιστον θυμάμαι και ήταν μια διαδικασία που με κινητοποίησε να ασχοληθώ με την πολιτική σε κεντρικό επίπεδο και να προσπαθήσω να συμβάλω για να απαλλάξω, μαζί με άλλους πολίτες, την χώρα μου από αυτήν την Δεσποτεία. Θα θυμάστε την ψήφο εμπιστοσύνης που ζήτησε και πήρε ο πρώτος μνημονιακός Πρωθυπουργός, ο Γιώργος Παπανδρέου, τον Νοέμβριο 2011 για να παραιτηθεί –ζήτησε ψήφο εμπιστοσύνης, έχοντας ανακοινώσει ότι θα παραιτηθεί- και, αφού πήρε την ψήφο εμπιστοσύνης, παραιτήθηκε και δρομολογήθηκαν οι διαδικασίες για να επιβληθεί στη χώρα η Κυβέρνηση Παπαδήμου, του δοτού Παπαδήμου, που εισήγαγε κι επέβαλε το 2ο Μνημόνιο, επίσης κατά παραγγελία του ξένου παράγοντα, επίσης κατ’  εντολήν των δανειστών.

Το σημείο κατάπτωσης, όμως, των σημερινών κυβερνώντων, που ντρέπομαι που συνυπήρξα μαζί τους, έχει φτάσει χαμηλότερα από ποτέ και από οποιαδήποτε προηγούμενη μνημονιακή Κυβέρνηση.

Η ξετσίπωτη συναλλαγή μπροστά στα μάτια των πολιτών, τα ανταλλάγματα, οι στροφές 180 μοιρών και οι πιρουέτες βουλευτών και Υπουργών, για να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα, την ώρα που ο ελληνικός λαός καταλαβαίνει και ο καθένας και η καθεμιά καταλαβαίνει ότι αυτό το οποίο συντελείται είναι άλλη μια προδοσία σε βάρος της χώρας -αυτό το οποίο εκτυλίσσεται, είναι αυτό που, πραγματικά, δεν πρέπει, φίλες και φίλοι, να μας κάνει να αηδιάσουμε, να παραιτηθούμε και να εκχωρήσουμε την πολιτική και την πατρίδα μας σε αυτούς, αλλά, αντίθετα, είναι εκείνο που πρέπει να μας κάνει να πεισμώνουμε, να ανασκουμπωνόμαστε, να παλεύουμε. Γιατί, όσο δεν το κάνουμε, αυτοί θα προελαύνουν. Γιατί, όσο δεν το κάνουμε, θα μας αφαιρούν κομμάτι – κομμάτι, τη Δημοκρατία και την πατρίδα μας, γιατί, όσο δεν το κάνουμε, θα ενθαρρύνονται και θα αποθρασύνονται να συνεχίσουν το εγκληματικό τους έργο, σε βάρος μιας χώρας κι ενός λαού, που έχει βάλει πολύτιμη παρακαταθήκη στην Ιστορία των διεκδικήσεων, στην Ιστορία της Αντίστασης, στην Ιστορία των αγώνων για Δημοκρατία, Ελευθερία και Αξιοπρέπεια.

Η Κυβέρνηση Τσίπρα, υπογράφοντας τις Πρέσπες και επιδιώκοντας να τις επιβάλουν, χρησιμοποιώντας ως παραγέμισμα κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας βουλευτές πρόθυμους να βολέψουν τη συνείδησή τους παραβιάζοντας το καθήκον τους, οι σημερινοί Κυβερνώντες, ο κύριος Τσίπρας και το κοινοβουλευτικό κοπάδι του, απέδειξαν ότι είναι ικανοί για όλα τα κακά. Γι’ αυτό, άλλωστε, και οι δανειστές, οι επικυρίαρχοι της χώρας, τους προτιμούν και δεν θέλουν να τους αλλάξουν. Γι’ αυτό, σε εκείνους που λένε «Ο Τσίπρας θα κάνει εκλογές», εγώ απαντώ ότι, πρέπει ο λαός να τις διεκδικήσει τις εκλογές, γιατί τον Τσίπρα, οι δανειστές τον προτιμούν και δεν θα τον αφήσουν να κάνει εκλογές, παρά μόνο όταν του έχουν ζητήσει και του έχουν πάρει τις υπογραφές για όλες τις επιζήμιες συνθήκες και συμφωνίες σε βάρος της χώρας.

Η Πλεύση Ελευθερίας έχει πάρει θέση απέναντι σε αυτήν την προδοτική πολιτική, από πλευράς πολιτικών που έχουν εγκαταλείψει το πατριωτικό καθήκον κι έχουν αποδεχθεί το ρόλο του υπηρέτη, διεφθαρμένοι κι εκμαυλισμένοι, για ψίχουλα. Και είναι, πράγματι, λυπηρό, εμένα πια μου προκαλεί τον οίκτο, άνθρωποι, οι οποίοι, κάποτε, παρέστησαν, έστω, ότι εκπροσωπούν αξίες και αρχές ιερές, τα ιερά και τα αδιαπραγμάτευτα, να καταντούν, για να παραμείνουν στις καρέκλες τους, σκιές της ανθρώπινης ύπαρξης, αναξιοπρεπή κι ανάξια λόγου υποκείμενα που, τελικά, θα γραφτούν στην Ιστορία με τα μελανότερα γράμματα, και στο τέλος, θα τους ξεχάσει, όπως τους αξίζει, και ο λαός.

Γνωρίζουμε ότι αυτή τη στιγμή όλοι οι μηχανισμοί έχουν ενεργοποιηθεί για να προωθήσουν την εξάπλωση, επέκταση του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα βόρεια σύνορά μας. Γνωρίζουμε, πολύ καλά, ότι αυτό δεν είναι μια επιλογή συμφιλίωσης των λαών και προώθησης της ειρήνης –και η πρόταση του κυρίου Τσίπρα για το Νόμπελ Ειρήνης ή οι γελοίες φιέστες στη Βοσνία, το καλοκαίρι, την ώρα που καίγονταν άνθρωποι στο Μάτι, στην πατρίδα μας, αυτές οι γελοίες φιέστες προκαλούν την συνείδηση των πολιτών. Είναι, περίπου, σαν την βράβευση του σφαγέα Χένρι Κίσιντζερ με το Νόμπελ Ειρήνης. Γνωρίζουμε, λοιπόν, ότι αυτή η διαδικασία δεν είναι επιλογή ειρήνης, δεν είναι επιλογή συμφιλίωσης, αλλά αντίθετα είναι επιλογή στρατιωτικοποίησης της περιοχής και μετατόπισης της Ρωσοαμερικανικής έντασης στα βόρεια σύνορά μας.

Γνωρίζουμε ότι αυτή η συμφωνία δεν έχει να προσφέρει τίποτε στον ελληνικό λαό. Από αυτή τη συμφωνία έχει μόνο να χάσει ο λαός μας. Αλλά δεν έχει να κερδίσει και τίποτε ούτε ο γειτονικός πληθυσμός. Γι’ αυτό και την απονομιμοποίησε, με ηχηρό τρόπο, απέχοντας, μαζικά, με ευρύτατη πλειοψηφία, από το δημοψήφισμα που έγινε για την έγκρισή της.

Αποτελεί προϊόν υπόγειων διαπραγματεύσεων της ψήφου, αλλά και της στάσης Υπουργών και βουλευτών, όχι μόνο στη χώρα μας, αλλά και στη γείτονα χώρα.

Παρακολουθήσαμε την επιβολή της Συμφωνίας στα Σκόπια, παρά την αντίθετη βούληση του πληθυσμού της γείτονος. Παρακολουθήσαμε τις μετατοπιζόμενες ψηφοφορίες, στη Βουλή της γείτονος, την ώρα που οργίαζαν τα παζάρια και οι πιέσεις προς εξασφάλιση κοινοβουλευτικών ψήφων, με ορισμένους μάλιστα από τους βουλευτές των Σκοπίων να είναι υπό κράτηση. Θυμίζω, και πρέπει να το θυμόμαστε, ότι η πρώτη ψηφοφορία ήταν να γίνει πρωί κι έγινε βράδυ, η δεύτερη ψηφοφορία ήταν να γίνει Πέμπτη κι έγινε Παρασκευή. Θυμίζω ότι κανένα από τα ψηφισθέντα νομοθετήματα δεν φέρει, όπως επιβάλλεται από το Σύνταγμα της γείτονος, την υπογραφή του Σκοπιανού Προέδρου. Κι ακόμη θυμίζω ότι στην Ελλάδα, κατά τη διάρκεια συνεδρίασης του Υπουργικού Συμβουλίου, εκτοξεύθηκαν βαρύτατες κατηγορίες από πλευράς του κυρίου Καμμένου προς τον κύριο Κοτζιά, σε σχέση με εξαγορά του, κατηγορίες οι οποίες, στη συνέχεια, υποβαθμίστηκαν και ξεχάστηκαν στο πλαίσιο των αλληλοεκβιασμών μεταξύ των μελών αυτής της Κυβέρνησης, που λειτουργεί, πραγματικά, ως Κυβέρνηση- Μαφίας. Είναι απορίας άξιον, αλλά το λέω ως ρητορικό σχήμα, γιατί αυτές οι καταγγελίες εξαγοράς δεν διερευνήθηκαν από την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, αλλά αντίθετα κινητοποιείται για να τρομοκρατήσει πολίτες γιατί, λέει, απειλούν το πολίτευμα, επειδή απέστειλαν μηνύματα προς τους βουλευτές να μην παραβιάσουν το καθήκον τους. Το πολίτευμα δεν κινδυνεύει από τους πολίτες που διεκδικούν Δημοκρατία. Το πολίτευμα κινδυνεύει από τους επίορκους βουλευτές και Υπουργούς, από την επίορκη Κυβέρνηση, η οποία είναι διατεθειμένη να ξεπουλήσει Δημοκρατία, Ιστορία και Πατρίδα. Είναι διατεθειμένη να ξεπουλήσει και ξεπουλάει την Μακεδονία προκειμένου να παραμείνει στην εξουσία.

Ακόμη περιμένουμε να δημοσιοποιήσει ο κύριος Τσίπρας την πολυσέλιδη επιστολή Κοτζιά, την απάντηση, δηλαδή, Κοτζιά στον εκβιασμό Καμμένου. Κι ακόμη περιμένουμε να καταγγείλει και ο κύριος Καμμένος την Κυβέρνηση, στην οποία συμμετείχε μέχρι και πριν από λίγες ημέρες, και με την οποία εξακολουθεί να συνεργάζεται με αγαστό τρόπο, όπως όλα αποδεικνύουν, προσπαθώντας να κοροϊδέψει τους πολίτες.

Θα μιλήσω, ειδικά, για την Συμφωνία των Πρεσπών γιατί, καθώς παρακολουθούμε αυτές τις ντροπιαστικές εξελίξεις στη Βουλή, που όλα γίνονται προκειμένου, άρον– άρον, να εισαχθεί αυτή η Συμφωνία, είναι καλό να ξέρουμε γιατί δεν μπορεί, κατά το Σύνταγμα, να εισαχθεί, γιατί δεν έχει κύρος διεθνές, νομικό και συνταγματικό και γιατί εμείς, η Πλεύση Ελευθερίας, θα κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας, ό,τι προβλέπεται και είναι δυνατόν, προκειμένου, ακόμα και αν βρεθούν βουλευτές να την ψηφίσουν, σε αυτήν την απονομιμοποιημένη Βουλή, να την ακυρώσουμε.

Δεν είναι ποτέ δυνατόν κανείς να δεχθεί ότι αυτό το κείμενο αποτελεί διεθνή συμφωνία, με το κύρος που προβλέπει το Σύνταγμα.

Και, καθώς οργιάζουν τα σενάρια για την εισαγωγή της συμφωνίας ακόμη και αύριο, λένε, στη Βουλή, εμείς το λέμε ξεκάθαρα και το υπογραμμίζουμε, το λέμε σε όλους τους τόνους και προς όλες τις κατευθύνσεις: η Κυβέρνηση δεν νομιμοποιείται για την εισαγωγή της.

Η συμφωνία αυτή αποτελεί, και την λέξη συμφωνία την βάζω εντός εισαγωγικών γιατί, στ’ αλήθεια είναι ιδιωτική συμφωνία του κυρίου Τσίπρα με τον κύριο Ζάεφ, ερήμην των λαών και των κρατών που εκπροσωπούν, είναι το αποτέλεσμα και η κατάληξη μιας εξάμηνης κρυφής διαπραγμάτευσης που καθοδηγήθηκε λεπτό προς λεπτό, βήμα προς βήμα, παρασκηνιακά, από την Κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών.

Δεν είναι συμφωνία των λαών. Είναι αποτέλεσμα εξωτερικών πιέσεων και εντολών και δεν εκφράζει την ελεύθερη βούληση των Ελλήνων πολιτών, του ελληνικού λαού. Αντίθετα, παραβιάζει την ελεύθερη βούληση των Ελλήνων πολιτών και του ελληνικού λαού.

Το είπαμε τον Γενάρη, το Γενάρη του 2018, εξαρχής, το λέμε και σήμερα, το λέμε σε κάθε ευκαιρία: «Τα εθνικά ζητήματα νομιμοποιούνται να τα χειρίζονται μόνο ανεξάρτητες και αυτεξούσιες κυβερνήσεις που εκπροσωπούν και υπηρετούν το λαό και την Δημοκρατία». Η υποτελής Κυβέρνηση Τσίπρα δεν είχε ούτε έχει την νομιμοποίηση να διαπραγματευτεί, να υπογράψει ή να εισαγάγει στη Βουλή οποιαδήποτε συμφωνία. Η διμερής συμφωνία που δέχθηκε ο κύριος Τσίπρας είναι, στην πραγματικότητα, για τα εθνικά μας συμφέροντα και για την εθνική και την εδαφική κυριαρχία μας, για την εθνική και την εδαφική ακεραιότητά μας ό,τι υπήρξαν τα Μνημόνια, και ειδικά το 3ο Μνημόνιο, για την Δημοκρατία: ένα κείμενο υποτέλειας, ένα κείμενο παραχωρήσεων, που μας ακρωτηριάζει την ήδη απενεργοποιημένη κυριαρχία μας. Εκτός από την Γερμανική Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Κυβέρνηση Τσίπρα-ΑΝΕΛ παραδίδει και παρέδωσε τη χώρα και στο ΝΑΤΟ και στους Αμερικανούς, ολοκληρώνοντας το έγκλημα που ξεκίνησε με την υπογραφή της συμφωνίας Ευρωπαϊκής Ένωσης -Τουρκίας. Αυτά που ζήσατε και ζήσαμε, όσοι επισκεφθήκαμε τη Θεσσαλονίκη, στη διάρκεια της ΔΕΘ, αυτή η επιδεικτική επικυριαρχία των Ηνωμένων Πολιτειών και αυτές οι προσβλητικές για όλους μας εικόνες είναι, στην πραγματικότητα, το επιστέγασμα αυτής της παράδοσης Τσίπρα στον Τραμπ και στις ΗΠΑ.

Η Συμφωνία των Πρεσπών δεν παρέχει κανένα εχέγγυο διεθνούς συμβάσεως, δεν αντικατοπτρίζει τη βούληση των μερών, δηλαδή των κρατών που δεσμεύει.

Δεν έχει κανένα κύρος, είναι επιζήμια για την χώρα, είναι επιζήμια για την Ελλάδα, είναι επιζήμια για τους Έλληνες και δεν πρέπει να κυρωθεί ούτε να εφαρμοσθεί από την Ελλάδα, και αν ψηφιστεί, θα πρέπει, στη συνέχεια, να ακυρωθεί, για τους εξής, πολύ απλούς, λόγους, στους οποίους θα αναφερθώ:

Πρώτον: Ο κύριος Τσίπρας έχει, προ πολλού, χάσει την στήριξη της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού, αλλά και έχει εκχωρήσει την κυριαρχία της χώρας. Δεν διαθέτει, συνεπώς, την απαιτούμενη νομιμοποίηση για να δεσμεύσει τη χώρα, διεθνώς, και μάλιστα, με συμφωνίες τόσο καθοριστικές για το μέλλον της.

Δεύετρον: Η «συμφωνία», όχι απλώς δεν εξαλείφει, όπως λέει, τις αλυτρωτικές διεκδικήσεις της FYROM σε βάρος της χώρας μας, σε βάρος της Μακεδονίας, αλλά θέτει το θέμα του αλυτρωτισμού συμψηφιστικά, σαν να έχει η Ελλάδα αλυτρωτικές βλέψεις έναντι της γείτονος.

Τρίτον: Η αναγνώριση Μακεδονικής Εθνότητας ή Ιθαγένειας ή Υπηκοότητας, που περιλαμβάνεται στη «συμφωνία»,  αλλά και η αναγνώριση Μακεδονικής γλώσσας, που επίσης περιλαμβάνεται στη «συμφωνία», προσφέρει το έδαφος για την ανάπτυξη και εξάπλωση και όχι για τον περιορισμό του αλυτρωτισμού. Να το πούμε απλά: Κανένας και ποτέ μέχρι σήμερα δεν τόλμησε να προβεί σε τέτοιες αναγνωρίσεις, σε τόσο επιζήμιες παραχωρήσεις, που αντιστρατεύονται ευθέως τα δικαιώματα και τα συμφέροντα της χώρας μας.

Τέταρον: Οι διατάξεις της «συμφωνίας» που αναφέρονται στα σύμβολα και στην ιστορία είναι, εσκεμμένα, εντελώς αόριστες. Δεν ξέρω αν το γνωρίζετε, αλλά στη «συμφωνία» δεν γίνεται καμμία απολύτως αναφορά στον Μέγα Αλέξανδρο, καμμία απολύτως αναφορά στο Αστέρι της Βεργίνας ως στοιχεία του ελληνικού πολιτισμού και των ελληνιστικών χρόνων, γεγονός το οποίο αποδεικνύει τι; Ότι ο κύριος Τσίπρας δεν τόλμησε να διεκδικήσει ούτε τα εντελώς αυτονόητα, δεν τόλμησε να διεκδικήσει ρητά να μην χρησιμοποιούνται αυτά τα σύμβολα και αυτές οι ιστορικές αναφορές, οι συνδεδεμένες με την Ιστορία μας και με την πατρίδα μας, από τη γείτονα. Ένας πρωθυπουργός ο οποίος δεν διεκδικεί ούτε αυτό το στοιχειώδες, το εντελώς αυτονόητο, αλλά και κατορθώνει να υπογράψει μια συμφωνία που δεν αναφέρει την Μακεδονία ως ελληνική σε κανένα σημείο της, διότι σε κανένα σημείο της Συμφωνίας των Πρεσπών δεν αναφέρεται η Μακεδονία ως ελληνική, είναι συνολικά ένας πρωθυπουργός επικίνδυνος: επικίνδυνος για τη χώρα, επικίνδυνος για το λαό, επικίνδυνος για τους πολίτες και είναι δεδομένο ότι δεν υπηρετεί τα εθνικά συμφέροντα.

Πέμπτον: Με την υπογραφή της συμφωνίας, η οποία ήδη από την υπογραφή της αμφισβητήθηκε και από πλευράς Σκοπίων, η χώρα μας, η Ελλάδα, αίρει το βέτο για την ένταξη της FYROM σε ΝΑΤΟ και Ευρωπαϊκή Ένωση και έτσι, επιτυγχάνεται ο στόχος των Αμερικανών και των Γερμανών, που έχουν πέσει «μονοί – διπλοί» να φέρουν τους Διεθνείς αυτούς Οργανισμούς στα Βαλκάνια. Επιτυγχάνονται οι σκοποί τους χωρίς να χρειάζεται καν να κυρωθεί η συμφωνία, στην πραγματικότητα, από κανένα από τα δύο κράτη. Κι έτσι και σήμερα, ενώ δεν έχουμε ούτε στα Σκόπια έγκυρη ψήφιση και εισαγωγή ούτε στην Ελλάδα, παρόλα αυτά, οι σκοποί του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των Αμερικανών και των Γερμανών επιτυγχάνονται. Και, βέβαια, δεν χρειάζεται να πω ότι στην περίπτωση, η οποία είναι απολύτως ορατή, που η γείτονα, η γείτων χώρα, σε μια μεταγενέστερη χρονική στιγμή, εκπροσωπούμενη από διαφορετική ηγεσία, αμφισβητήσει και ακυρώσει τη συμφωνία αυτή, η Ελλάδα δεν θα έχει καμμία διέξοδο άρσης των συνεπειών της, διότι το μόνο το οποίο προβλέπεται στη συμφωνία, για την περίπτωση παραβίασής της, είναι τι; Διαπραγμάτευση. Είναι, λοιπόν, σαφές ότι ούτε τα πιο αυτονόητα δικαιώματα της χώρας μας δεν κατοχυρώνονται από αυτό το κείμενο.

Έκτον: Η διμερής συμφωνία, η Συμφωνία των Πρεσπών, υπογράφηκε με σκοπό τη μετατροπή της FYROM σε προτεκτοράτο του ΝΑΤΟ στα Βαλκάνια. Και αποτελεί το άλλοθι του κυρίου Τσίπρα για να άρει το βέτο της χώρας. Η είσοδος των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ έρχεται σε αντίθεση με τα εθνικά μας συμφέροντα: αφενός θα οξύνει, και ήδη έχει οξύνει, παρακολουθείτε τις δηλώσεις οι οποίες γίνονται από πλευράς της Ρωσίας, τη σύγκρουση ΝΑΤΟ-Ρωσίας γύρω από τα σύνορά μας. Αφετέρου η Ιστορία μας έχει διδάξει ότι, τις τελευταίες δεκαετίες, οι σοβαρότερες γεωπολιτικές απειλές κατά της χώρας μας δεν προέρχονται από κράτη εκτός του ΝΑΤΟ, αλλά από λεγόμενους “συμμάχους” μας, από κράτη – μέλη του ΝΑΤΟ. Θα ήθελα να θυμίσω την απάντηση που έδωσε ο κύριος Τσίπρας, διαρκούσης της ΔΕΘ, όταν τον ρώτησαν «Και τι λέτε, κύριε Πρωθυπουργέ, για αυτές τις δηλώσεις της αμερικανικής Κυβέρνησης ότι θριάμβευσε η αμερικανική διπλωματία;» τι απάντησε ο κύριος Τσίπρας; «Δεν αναφέρονταν» λέει «σε πιέσεις στην ελληνική Κυβέρνηση. Καλύτερα να ρωτήσετε τον κύριο Ζάεφ.» Αποδέχθηκε, δηλαδή, ο κύριος Τσίπρας ότι ο ομόλογός του, ο συνυπογράφων την Συμφωνία των Πρεσπών, είναι ένα πιόνι, μια μαριονέτα που λειτούργησε υπό την πίεση των Αμερικανών και, παρόλα αυτά, θέλει να πείσει το Πανελλήνιο, θέλει να πείσει εσάς, τους Θεσσαλονικείς και τους Μακεδόνες, και όλους μας που πονάμε και αγωνιούμε για τη Μακεδονία, θέλει να μας πείσει ότι ο ίδιος ενήργησε, δήθεν, αυτόβουλα και ανεξάρτητα και για το εθνικό συμφέρον.

Έβδομον: Από το κείμενο της Συμφωνίας των Πρεσπών προκύπτει ότι από τους βασικούς λόγους της υπογραφής της είναι η εξυπηρέτηση διεθνών συμφερόντων σε σχέση με την Ενέργεια, χωρίς το παραμικρό όφελος της χώρας μας, αφού, όπως γνωρίζουμε, ο τομέας αυτός με τα Μνημόνια και κυρίως με το 3ο Μνημόνιο εκχωρείται και ρευστοποιείται.

Όγδοον: Επίσης από το κείμενο της «συμφωνίας» προκύπτει ότι εκ των βασικών λόγων υπογραφής της είναι η οικονομικοεπιχειρηματική ενίσχυση των συμφερόντων που σήμερα νέμονται, ελέω Μνημονίων, τα στρατηγικά εργαλεία της χώρας, όπως είναι τα λιμάνια και οι σιδηρόδρομοι. Και γνωρίζουμε πολύ καλά ποιοι νέμονται αυτά τα στρατηγικά εργαλεία ελέω των Μνημονίων και ιδίως του 3ου Μνημονίου, και γνωρίζουμε ότι, αφού ξεπούλησαν το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, δρομολόγησαν και ανακοίνωσαν στην ΔΕΘ, πριν λίγους μήνες, και το ξεπούλημα του λιμανιού και της Αλεξανδρούπολης.
Ένατον: Από το κείμενο της συμφωνίας προκύπτει ότι η αναγνώριση της FYROM ως περίκλειστου κράτους προετοιμάζει το έδαφος για παροχή διευκολύνσεων από τα ελληνικά λιμάνια, και δη από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, χωρίς καμμία εγγύηση άρσης των σχετικών αλυτρωτικών τοποθετήσεων που έχουν διατυπωθεί. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι βασική αλυτρωτική απειλή από πλευράς της γείτονος χώρας ήταν το: «Θα φθάσουμε μέχρι το λιμάνι της Θεσσαλονίκης.»

Δέκατον: Η συμφωνία, ως προϊόν μυστικής διπλωματίας που εσκεμμένα απεκρύβη από τους πολίτες, αποτελεί ντοκουμέντο υπονόμευσης των εθνικών συμφερόντων από εκείνους που θα έπρεπε να τα διαφυλάσσουν, από εκείνους που θα έπρεπε να τα περιφρουρούν.

Η Πλεύση Ελευθερίας δεν αναγνωρίζει την «συμφωνία» και θα πράξει ό,τι επιβάλλει το Σύνταγμα, ό,τι επιβάλλει το πατριωτικό καθήκον για να την ακυρώσει. Η Ιστορία είναι βέβαιο ότι θα καταγράψει τον κύριο Τσίπρα ως έναν από τους μεγαλύτερους προδότες που διαχειρίστηκαν την τύχη της χώρας μας. Και η διαδικασία ψήφισης της «συμφωνίας» από την Ελληνική Βουλή, ακόμη κι αν επισυμβεί, θα είναι άκυρη, το γνωρίζει ο κύριος Τσίπρας, το γνωρίζουν όλοι όσοι προαλείφονται ως βουλευτές – ψηφοφόροι της Συμφωνίας των Πρεσπών, όπως άκυρη είναι η επιβολή και η εισαγωγή όλων των Μνημονίων σε βάρος της χώρας μας και του λαού μας.

Η επίσπευση της ψήφισης της συμφωνίας αυτής, σήμερα, ενώ επίκεινται εκλογές και επίκειται η έκφραση του ελληνικού λαού ό,τι και να γίνει, ό,τι και να κάνουν. Ξέρουμε πολύ καλά ότι αυτή η Κυβέρνηση, αν μπορούσε, δεν θα έκανε καθόλου εκλογές. Όμως, ακόμη και με τους υπολογισμούς της, τους ακραίους, που φθάσανε να υπολογίζουν και τον παραπάνω μήνα από το Σεπτέμβριο και να μας λένε ότι μέχρι τον Οκτώβριο  θα κατσικωθούν στις θέσεις τους, ακόμη και με αυτούς τους υπολογισμούς τους, η έκφραση του ελληνικού λαού κοντοζυγώνει. Το γεγονός ότι επισπεύδουν την ψήφιση πριν εκφραστούν οι πολίτες, πριν ψηφίσουν, ταυτίζεται, ως τεχνική και ως μεθόδευση, με εκείνα που έκαναν το καλοκαίρι του 2015, εισάγοντας και επιβάλλοντας άρον – άρον την ψήφιση του 3ου Μνημονίου, πριν την διάλυση της Βουλής, που στην συνέχεια προκάλεσαν,  ώστε να φέρουν τους πολίτες προ τετελεσμένων, και να τους οδηγήσουν σε ακόμη μεγαλύτερη απόγνωση, πείθοντάς τους ότι δεν μπορούν, τώρα πια, να κάνουν τίποτα.

Η Πλεύση Ελευθερίας, λοιπόν, κι εγώ προσωπικά, σας λέμε το αντίθετο. Μπορείτε να κάνετε και μπορούμε να κάνουμε τα πάντα. Μπορούμε να τους ανατρέψουμε. Μπορούμε να τους αποτρέψουμε και σίγουρα μπορούμε να ακυρώσουμε αυτήν την εκτρωματική, αντισυνταγματική διαδικασία και σίγουρα μπορούμε να αντιδράσουμε. Και είναι η ώρα να το κάνουμε. Όποια κι αν ήταν η απογοήτευση και η διάψευση του παρελθόντος, όσο βαθύ κι αν ήταν το τραύμα της προδοσίας, τώρα είναι η ώρα της μάχης, τώρα είναι η ώρα της διεκδίκησης, είναι η ώρα της συνειδητοποίησης, είναι η ώρα της συνένωσης δυνάμεων, δημοκρατικών,  αχειραγώγητων δυνάμεων και πολιτών, είναι η ώρα της Δημοκρατίας και του ελληνικού λαού.

Θα ήθελα να μην αποφύγω να μιλήσω, και επί της ουσίας, για το Μακεδονικό γιατί σας μίλησα για την εκτρωματική διαδικασία, σας μίλησα για την Συμφωνία των Πρεσπών και θα ήθελα να μιλήσω και επί της ουσίας, με λίγες σκέψεις, για το Μακεδονικό. Γιατί, περισσεύει πια και αρκεί η δημαγωγία και ο λαϊκισμός αυτής της επίορκης Κυβέρνησης που θέλει, περίπου, να μας πει ότι η επιβολή της στρατηγικής του ΝΑΤΟ είναι και αριστερή πολιτική. Ότι η στρατιωτικοποίηση της περιοχής μας είναι προοδευτική επιλογή. Λοιπόν, δεν είναι. Η στρατιωτικοποίηση και οι εξοπλισμοί δεν ήταν ποτέ προοδευτική και δημοκρατική επιλογή. Και η στρατιωτικοποίηση και οι εξοπλισμοί είναι εκείνα που υπερχρέωσαν τη χώρα, διαχρονικά, είναι εκείνα που έβαλαν τη θηλιά στο λαιμό του ελληνικού λαού και οδήγησαν την πατρίδα μας στα αδιέξοδα στα οποία την οδήγησαν, χωρίς να υπάρχει ούτε ευθύνη ούτε υπαιτιότητα των πολιτών. Το Μακεδονικό, εσείς το ξέρετε πολύ καλύτερα γιατί το ζείτε, αφορά πολλά περισσότερα από μια ονομασία, αφορά πολλά περισσότερα από το όνομα Μακεδονία

Αφορά την εξαπάτηση ενός ολόκληρου λαού, του ελληνικού λαού, που για δεκαετίες οι Κυβερνήσεις του τού απέκρυπταν ότι είχαν επιτρέψει να χρησιμοποιείται ο όρος Μακεδονία για το γειτονικό κρατίδιο. Ήδη από το 1944, όταν ακόμη ήταν ένα μικρό κομμάτι της ενωμένης Γιουγκοσλαβίας, του Τίτο.

Αφορά την εξαπάτηση και του γειτονικού πληθυσμού, του πληθυσμού του κρατιδίου αυτού, των Σκοπίων, που οι δικοί του ηγέτες του έχτισαν μια ψεύτικη εθνική συνείδηση, των δήθεν απόγονων των αρχαίων Μακεδόνων, για να ενώσουν με τον τρόπο αυτό τις τόσο διαφορετικές εθνικές ταυτότητες των ανθρώπων που ζούσαν στην περιοχή. Να συνενώσουν, δηλαδή, τον πληθυσμό της γειτονικής χώρας που αποτελείται από Τούρκους, Σέρβους, Σλάβους, Αλβανούς, Ρομ, Έλληνες, Βούλγαρους, που συναπάρτιζαν τον τοπικό πληθυσμό.

Αφορά τα διεθνή συμφέροντα που ενεργοποιούνται, διαχρονικά, στην περιοχή μας και θέλουν την Ελλάδα και τη γειτονική της χώρα χειραγωγούμενα προτεκτοράτα. Και τα επίχειρα αυτών των επιλογών, τα βλέπουμε σήμερα.

Κι αφορά, βεβαίως, τις αλυτρωτικές βλέψεις που σκόπιμα καλλιεργήθηκαν στο γειτονικό πληθυσμό και αποτυπώθηκαν στο Σύνταγμα και στη σημαία του. Βλέψεις, οι οποίες συνδέθηκαν με το όνομα Μακεδονία και συνδυάστηκαν με τη χρήση του Άστρου της Βεργίνας και με αναφορές στην «απελευθέρωση υπόδουλων αδελφών» και ούτω καθεξής.

Να το πούμε καθαρά, γιατί πρέπει σε όλα να είμαστε ειλικρινείς.

Η σημερινή Κυβέρνηση, όπως και οι προηγούμενες μνημονιακές, ξεπούλησαν και με άλλους τρόπους και τη Θεσσαλονίκη και τη Μακεδονία. Πούλησαν το λιμάνι, πούλησαν το αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης, το αεροδρόμιο της Καβάλας, τα χρυσωρυχεία της Χαλκιδικής, ολόκληρη τη χώρα. Και γι’ αυτό το λόγο  δεν μπορούν και δεν μπορεί η σημερινή Κυβέρνηση να προστατεύσει τη Μακεδονία.

Το Μακεδονικό είναι ζήτημα εθνικό. Αφορά τον ελληνικό λαό.  Είναι υπόθεση του ελληνικού λαού. Και ο χειρισμός των εθνικών υποθέσεων δεν μπορεί να γίνεται παρά μόνο στο όνομα του λαού, από ανεξάρτητες κι αυτεξούσιες Κυβερνήσεις και όχι από Κυβερνήσεις ελεγχόμενες και παραδομένες.  Θα το πω πολύ καθαρά: Δυστυχώς εθνική πολιτική και η εξωτερική στρατηγική ελλείπουν εδώ και πολλά χρόνια, ιδίως, όμως, στα τελευταία χρόνια. Και το ότι ασκούνται από μία Κυβέρνηση, όπως η σημερινή, η οποία, κατ’ επανάληψη ομολόγησε ότι δεν έχει την εξουσία, αποκαλύπτει μια ακραία πρόκληση σε βάρος, ακριβώς, του εθνικού συμφέροντος και του χειρισμού των εθνικών ζητημάτων. Μια υποτελής Κυβέρνηση δεν μπορεί να διαπραγματευτεί τίποτε, όπως μια υποτελής Κυβέρνηση, σε συνθήκες κατάλυσης της Δημοκρατίας, τις οποίες βιώνουμε, δεν μπορεί να μιλάει περί Αναθεώρησης του Συντάγματος. Ο κύριος Τσίπρας σήμερα ζητεί ψήφο εμπιστοσύνης για να αναθεωρήσει, για να προβεί στην αναθεωρητική του Συντάγματος διαδικασία. Εμείς το λέμε καθαρά: οι αντιδημοκρατικές Κυβερνήσεις, τα αντιδημοκρατικά καθεστώτα δεν νομιμοποιούνται να αναθεωρούν το Σύνταγμα. Η κατάλυση της Δημοκρατίας, την οποία βιώνουμε, είναι και ήταν πάντοτε πλήγμα στην εθνική κυριαρχία. Κάθε φορά που καταλύθηκε η δημοκρατία στη χώρα, οι απώλειες για τον Ελληνισμό ήταν τραυματικές. Η Χούντα των Συνταγματαρχών, η Χούντα της Επταετίας εξυπηρέτησε την εισβολή και κατοχή στην Κύπρο. Οι ίδιοι που κραύγαζαν δήθεν  για το έθνος, ήταν οι ίδιοι που παρέδωσαν τη Βόρεια Κύπρο βορρά στην τουρκική εισβολή και κατοχή, που διαρκεί μέχρι σήμερα. Αυτά, λοιπόν, ας μην τα ξεχνάμε.

Η Μνημονιακή Δικτατορία συμπληρώνει, σε λίγο, εννέα χρόνια και, εμείς το είπαμε εξαρχής, το λέμε και τώρα, μόνο νέες απώλειες μπορεί να εγγυηθεί για τη χώρα μας.

Η Κυβέρνηση αυτή δεν μπορεί να προστατεύσει ούτε τη χώρα, ούτε τη  Μακεδονία. Εμείς είπαμε καθαρά από την αρχή ότι, είτε περιληφθεί είτε δεν περιληφθεί ο όρος Μακεδονία, το όνομα Μακεδονία, στη συμφωνία, την δήθεν, που τότε διαπραγματεύονταν, εκείνο το οποίο ήταν βέβαιο και, δυστυχώς, επιβεβαιώθηκε στην πράξη, ήταν ότι αυτή η Κυβέρνηση όπως και κάθε μνημονιακή Κυβέρνηση θα εκχωρούσε και εκχώρησε και άλλα ανεκχώρητα κυριαρχικά δικαιώματα της πατρίδας μας, του λαού μας, των πολιτών, συνδεδεμένα με την ψυχή, με τον πυρήνα της Δημοκρατίας.

Θα μπορούσαμε να συζητήσουμε, σε συνθήκες Δημοκρατίας, πολλά. Θα μπορούσαμε να συζητήσουμε, σε συνθήκες αποκατάστασης της Δημοκρατίας και απελευθέρωσης της χώρας μας, πολλά, μεταξύ των οποίων, ο διάλογος με τον πληθυσμό της γείτονος χώρας, μεταξύ των οποίων, η προώθηση της φιλίας. Σε συνθήκες, όμως, υποτέλειας και επιβολής, κάθε συζήτηση και κάθε, δήθεν, συμφωνία μόνο κακά μπορεί να επιφυλάξει για τη χώρα μας και αυτά τα κακά, δυστυχώς, είναι που τώρα βιώνουμε.

Φίλες και φίλοι,

Δεν ξέρω αν πρέπει να σας ρωτήσω πώς αισθάνεστε που τώρα πια, η Θεσσαλονίκη έχει Μετρό. Δεν ξέρω αν πρέπει να σας ρωτήσω πώς αισθάνεστε που όχι μόνο έχει Μετρό, αλλά και το εγκαινίασε ο Πρωθυπουργός της χώρας, μετά Βαΐων και Κλάδων, δεν ξέρω, γενικά, αν πρέπει να σας ρωτήσω πώς αισθάνεστε από όλη αυτήν την κοροϊδία, η οποία εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια σας και μπροστά στα μάτια μας, από όλη αυτήν την προκλητική απάτη και εξαπάτηση, αλλά κι από όλη αυτήν την προκλητική ιδιοτέλεια, με τους διορισμούς των φίλων και των συγγενών, από τον πατέρα Παππά στον ΟΑΣΘ, στην κυρία Νοτοπούλου στο Γραφείο Πρωθυπουργού, στη συνέχεια, σε Υπουργείο, και τώρα στη θέση διεκδίκησης του Δήμου Θεσσαλονίκης. Δεν θα σας ρωτήσω πώς αισθάνεστε γιατί αισθάνομαι, μάλλον, το ίδιο. Ενθουσιασμένοι… Ενθουσιασμένοι, σας βλέπω… Έχω, όμως, να πω κάτι μιας και αφιέρωσα την σημερινή μου ομιλία, για την οποία θέλω να ευχαριστήσω, από καρδιάς, την Πυρίκαυστο Ελλάδα και τον Πρόεδρό της, τον Γιώργο τον Καλεάδη, που είχε την πρωτοβουλία να διοργανώσει αυτή τη συζήτηση και να με προσκαλέσει και με πολλή χαρά ανταποκρίθηκα. Μιας κι αφιέρωσα, λοιπόν, την ομιλία μου σε αυτό το θέμα, που είναι ζωντανό, εκτυλίσσεται αυτή τη στιγμή, θέλω να κάνω κάποιες πολύ σύντομες παρατηρήσεις, για να καταλάβουμε όλοι ποιοι διαχειρίζονται τις τύχες μας και για να διεκδικήσουμε γρήγορα να τελειώνει αυτή η επικίνδυνη διαχείριση:

Εδώ και ένα χρόνο, ο κύριος Τσίπρας αφιέρωσε τη διεθνή του δράση και τη διαπραγματευτική δραστηριότητα της χώρας στο να διαπραγματεύεται για ένα θέμα που δεν είναι καθόλου στις προτεραιότητες και ούτε θα έπρεπε να είναι προτεραιότητα από δικής μας πλευράς. Για το Σκοπιανό. Αντίθετα, αυτόν τον χρόνο, δεν έκανε απολύτως τίποτε για να διαπραγματευθεί και να αμφισβητήσει το παράνομο χρέος που, αν θυμάστε, το 2015, έταζε ότι έρχεται η ώρα που θα ρυθμιστεί, που θα διαγραφεί, που θα αμφισβητηθεί. Όχι, είμαστε στο 2019 και το χρέος το έχει αναγνωρίσει και δεν το αμφισβητεί. Είμαστε στο 2019, συμπληρώνονται, δηλαδή, φέτος 74 χρόνια από τη λήξη του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, και δεν έκανε τίποτε σε όλη αυτή τη διάρκεια για τη διεκδίκηση της ανοιχτής οφειλής της Γερμανίας προς τη χώρα μας, ύψους 341 δισεκατομμυρίων ευρώ, σύμφωνα όχι με εμένα; Σύμφωνα με το επίσημο πόρισμα της Ειδικής Επιτροπής του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, το οποίο υιοθέτησε η Ειδική Επιτροπή Διεκδίκησης των Γερμανικών Οφειλών, σε αυτήν την βουλευτική περίοδο, το 2016, με την Προεδρία του κυρίου Μυταφίδη, που δεν ξέρω αν εμφανίζεται και αν μπορεί να κυκλοφορεί ανάμεσά σας, μετά από αυτήν την εξαπάτηση. Και ο κύριος Τσίπρας κρύβεται πίσω από τις κλούβες των ΜΑΤ. Οι Γερμανικές Οφειλές είναι ενεργός αξίωση της πατρίδας μας, είναι ενεργή διεκδίκηση και είναι ενεργή οφειλή. Η κυρία Μέρκελ δεν θα έπρεπε να είχε έρθει άνετη, πριν από μία εβδομάδα, για να κανοναρχήσει τι θα γίνει με την Συμφωνία των Πρεσπών. Θα έπρεπε, αντίθετα, να έχει λάβει την διατύπωση, τη διακοίνωση της διεκδίκησης και θα έπρεπε να είναι υπόλογη για να απαντήσει. Εμείς, το ξέρετε, φαντάζομαι, εάν μας παρακολουθείτε, και σας προσκαλώ να μας παρακολουθείτε, δεν το έχουμε αφήσει το θέμα αυτό. Και πριν από λίγες μέρες κάναμε εξώδικο στον Πρωθυπουργό, στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και στον Πρόεδρο της Βουλής, επιτέλους, να διατυπώσουν την διεκδίκηση και όχι να παριστάνουν τους τεθλιμμένους, περιφερόμενοι σε τόπους μαρτυρίου και σε τόπους ολοκαυτώματος. Δεν το έκαναν. Έχουμε κάνει νομικές ενέργειες για να ελεγχθούν που δεν το έκαναν και έχουμε, βέβαια, δεσμευθεί απέναντί σας, αλλά και στη συνείδησή μας, ότι αυτή την οφειλή, που συνδέεται με θηριωδίες, με ειδεχθή, ανείπωτα, αδιανόητα εγκλήματα σε βάρος του ελληνικού λαού, συνδέεται, όμως, ταυτόχρονα, με την περήφανη, γενναία, ιστορική και ηρωική αντίσταση των προγόνων μας, αυτήν την οφειλή δεν θα την αφήσουμε. Και την διεκδικούμε και μέσα από τον νομικό μας φορέα, τη Δικαιοσύνη Για Όλους, που συστήσαμε πριν από 2,5, σχεδόν, χρόνια, και μια από τις πρώτες εκδηλώσεις είχαμε κάνει εδώ, στη Θεσσαλονίκη.

Η Δικαιοσύνη  Για Όλους είναι ο φορέας μας με τον οποίο απέναντι στις πολιτικές του ελέγχου της Δικαιοσύνης που διαφημίζει ο Πολλάκης και τα λοιπά υποστυλώματα του κυρίου Τσίπρα, απέναντι στην αρνησιδικία που βιώνουν οι πολίτες, απέναντι στην ατιμωρησία που επιφυλάσσεται σε υπαίτιους και υπόλογους μεγάλων σκανδάλων σε βάρος του δημόσιου συμφέροντος και απέναντι στη σιωπή η οποία επιβάλλεται για το μεγάλο έγκλημα σε βάρος της χώρας μας, της παραποίησης των στατιστικών στοιχείων μέσω της ΕΛΣΤΑΤ και της επιβολής των Μνημονίων, απέναντι στη ρευστοποίηση της δημόσιας περιουσίας, που αποτελεί άλλο ένα έγκλημα και τώρα απέναντι στο κυνήγι που έχει εξαπολυθεί προς τους απλούς πολίτες για να τους αρπάξουν τις περιουσίες τους, οι ξεπουλημένες ήδη σε funds τράπεζες, απέναντι σε όλα αυτά, εμείς ορθώνουμε τείχος προστασίας και προσκαλούμε τους πολίτες να συνδράμουν και να συμβάλουν σε αυτήν μας τη μάχη, σε αυτή μας τη διεκδίκηση, σε αυτόν μας τον αγώνα.

Φίλες και φίλοι, Θεσσαλονικείς και Θεσσαλονικιές, Μακεδόνες και Μακεδόνισσες,

Θα κλείσω λέγοντάς σας από καρδιάς αυτά που πρεσβεύουμε, αυτά που μας κινητοποιούν, αυτά που μας ενεργοποιούν και μας εμπνέουν.

Θέλουμε αυτεξούσια και ανεξάρτητη τη χώρα μας. Την Ελλάδα μας.

Θέλουμε χειραφετημένη και ελεύθερη την πατρίδα μας.

Γι’ αυτό θα παλέψουμε και για κανέναν διεθνοπολιτικό ή οικονομικό πάτρονα ή προστάτη.

Πατρίδα μας είναι η χώρα μας, είναι ο λαός μας, είναι η δημοκρατία, τα δικαιώματα, η ιστορία και ο πολιτισμός μας.

Πατρίδα μας είναι η ελευθερία μας, κι η ελευθερία μας βρίσκεται στην ανεξαρτησία μας.

Καμία άλλη παραχώρηση της πατρίδας μας.

Καμία άλλη ανοχή στην επιβολή.

Καμία άλλη παράταση της εκτροπής, που στο τελευταίο της επεισόδιο, διαρκεί ήδη 3,5 χρόνια.

Όποτε κι αν γίνουν οι εκλογές, που θα γίνουν, θέλουμε το λαό να είναι ενεργός και ζωντανός. Λαός που θα διεκδικήσει και θα υλοποιήσει τη συνταγματική επιταγή. Την επιταγή αυτή που ενέπνευσε τους δημοκρατικούς αγώνες. Την επιταγή αυτή που κινητοποίησε την Αντίσταση και σε άλλες εποχές.

Η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο σε όποιον επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία.

Σας καλούμε να αγωνιστείτε μαζί μας απέναντι σε αυτή τη βίαιη κατάλυση του Συντάγματος που την βιώνουμε με όλους τους τρόπους.

Με την Πλεύση Ελευθερίας.

Για την απελευθέρωση της πατρίδας μας, για την αποκατάσταση της Δικαιοσύνης και των δικαιωμάτων όλων των πολιτών.

Σας καλούμε να παλέψουμε για τα δύσκολα.

Σας καλούμε να επιλέξουμε την ελευθερία από την υποδούλωση γιατί, τελικά, το ερώτημα προς το λαό μας, αυτό στο οποίο απάντησε ΟΧΙ βροντερά, ήταν αν δέχεται να είναι υπόδουλος.

Ο ελληνικός λαός είπε «ΟΧΙ, δεν δέχομαι την υποδούλωση» και τίμησε την ιστορία του ως λαός γενναίος, ως λαός περήφανος.

Είσαστε τμήμα αυτού του λαού. Είμαστε τμήμα αυτού του λαού

Ας τιμήσουμε την Ιστορία μας, την παρακαταθήκη μας και την υποχρέωσή μας, το χρέος μας προς τους επόμενους.

Σας ευχαριστώ.