Η εισήγηση του Αλέξανδρου Καζαμία στην Ολομέλεια της Βουλής την Τετάρτη 13 Δεκεμβρίου

Πλεύση Ελευθερίας


Στην έναρξη των συνεδριάσεων της Ολομέλειας της Βουλής για την «Κύρωση του Προϋπολογισμού 2024», ο Βουλευτής Επικρατείας της Πλεύσης Ελευθερίας Αλέξανδρος Καζαμίας ανέπτυξε τους λόγους για τους οποίους η Πλεύση Ελευθερίας θα καταψηφίσει τον Προϋπολογισμό του 2024.

 

Ακολουθεί η εισήγηση του Αλέξανδρου Καζαμία: 

«Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, σήμερα είναι η 80η επέτειος του Ολοκαυτώματος στα Καλάβρυτα, ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα της ναζιστικής Γερμανίας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Πλεύση Ελευθερίας, εκπροσωπούμενη από την Eπικεφαλής μας, βρίσκεται σήμερα εκεί στα Καλάβρυτα.

Θα ήθελα να τονίσω εξαρχής ότι θα έπρεπε να αναγράφεται στον Προϋπολογισμό του 2024 το ποσό που διεκδικεί η χώρα μας για τις γερμανικές αποζημιώσεις όπως αυτό ορίστηκε από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, βάσει του πορίσματος της διακομματικής επιτροπής της Βουλής. Θεωρούμε ότι είναι μεγάλο πολιτικό σφάλμα η απουσία σχετικής πρόβλεψης από τον Προϋπολογισμό του 2024 και πιστεύουμε ότι κακώς η Κυβέρνηση υποκύπτει στις γερμανικές πιέσεις και αποσιωπά εντελώς το Εθνικό αυτό θέμα.

Το σχέδιο του προϋπολογισμού που κατατέθηκε πριν τρεις εβδομάδες στη Βουλή μάς δίνει έναν προϋπολογισμό λιτότητας που, εντούτοις, παρουσιάζεται από την Κυβέρνηση ως και να είναι δήθεν αναπτυξιακός. Είναι ένας περιοριστικός προϋπολογισμός, ο οποίος βυθίζει την ελληνική κοινωνία και οικονομία ακόμη πιο βαθιά στη λιτότητα που άρχισε να εφαρμόζεται μετά τη λήξη της πανδημίας του κορωνοϊού. Ο περιοριστικός χαρακτήρας του και η πολιτική λιτότητας που τον χαρακτηρίζει οφείλονται στο απλούστατο γεγονός ότι κεντρικός στόχος του Προϋπολογισμού του 2024 είναι η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος της τάξης του 2,1%. Με απλά λόγια είναι ένας προϋπολογισμός που παίρνει από τους πολίτες με τη μορφή φόρων περισσότερα από όσα τους δίνει με τη μορφή δαπανών. Αυτό θα πει λιτότητα.

Τούτη βεβαίως είναι μια πολιτική που επιβάλλεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το μνημονιακό καθεστώς που ακόμη καθορίζει τις τύχες της ελληνικής οικονομίας από τη δεκαετία της κρίσης 2010-2020. Γιατί ακόμα δεν μπορούμε να ξετινάξουμε από πάνω μας το μνημονιακό καθεστώς που εδραιώθηκε μετά το 2010; Ο λόγος είναι απλός. Η Ελλάδα ακόμη κουβαλά στις πλάτες της ένα τεράστιο δημόσιο χρέος, που αποτελεί την κύρια αιτία της διαρκούς λιτότητας που ορίζει τις τύχες της οικονομίας μας. Ταυτόχρονα το κυβερνητικό αφήγημα που συνοδεύει τον προϋπολογισμό, δηλαδή, η εισηγητική έκθεση των 234 σελίδων κάνει το παν για να ωραιοποιήσει την κατάσταση και να παρουσιάσει τον προϋπολογισμό ως δήθεν αναπτυξιακό, αποσιωπώντας – όσο βεβαίως γίνεται–  τον καθοριστικό ρόλο που παίζει το τεράστιο δημόσιο χρέος στην επιβολή από την Ευρωπαϊκή Ένωση μιας σκληρής δημοσιονομικής πειθαρχίας.

Αυτή η αναπτυξιακή ρητορική συντηρείται κυρίως από το γεγονός ότι, παράλληλα με ποικίλα μέτρα λιτότητας, δηλαδή αύξηση φόρων και περικοπές, ο προβλεπόμενος ρυθμός ανάπτυξης για το 2024, σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού, παρουσιάζεται ως σχετικά ψηλός. Σε αυτό συμβάλει κυρίως η σχετική αύξηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων ιδίως του ΕΣΠΑ και του Ταμείου Ανάκαμψης που έχουν βελτιώσει κάπως τις δημόσιες επενδύσεις, αν και αυτές βεβαίως παραμένουν αρκετά χαμηλότερες από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κάτω από τα επίπεδα προ της κρίσης του 2008 για την Ελλάδα.

Στον χρόνο που έχω θα παρουσιάσω την κριτική της Πλεύσης Ελευθερίας στον προϋπολογισμό σε τρία επίπεδα. Πρώτον, θα αναφερθώ στον αντιαναπτυξιακό χαρακτήρα του προϋπολογισμού μέσα από μία μακροοικονομική αποτίμηση. Δεύτερον, θα μιλήσω για τα έσοδα και τους κοινωνικά άδικους φόρους. Και τέλος θα μιλήσω για τα έξοδα του προϋπολογισμού και πώς αυτά προάγουν τους μηχανισμούς καταστολής, δηλαδή την αστυνομία, τους εξοπλισμούς και την κρατική προπαγάνδα και πως καθιστούν το κοινωνικό μας κράτος τον μεγάλο ασθενή της Ευρώπης.

Από μακροοικονομική σκοπιά πρέπει, κατ’ αρχήν, να παρατηρήσω ότι η Πλεύση Ελευθερίας με μεγάλο ενδιαφέρον είδε ότι η πρόβλεψη του προϋπολογισμού για την ανάπτυξη το 2024 αναθεωρήθηκε προς τα κάτω από 3% που προέβλεπε τον Οκτώβριο το προσχέδιο προϋπολογισμού στο 2,9% τώρα. Υπενθυμίζω ότι στην εισήγησή μου στις 18 Οκτωβρίου, την οποία καταθέτω τώρα στα Πρακτικά, σας είχαμε προειδοποιήσει λέγοντας τα εξής: «Η Πλεύση Ελευθερίας αμφισβητεί καταρχήν τις φιλόδοξες προβλέψεις για τον ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ του χρόνου στο 3%. Οι εκτιμήσεις είναι ότι ο ρυθμός ανάπτυξης θα κινηθεί», είχα πει, «πολύ χαμηλότερα από 3%».

Αυτές οι εκτιμήσεις βεβαίως δεν είναι μόνο δικές μας. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή η εκτίμηση για την ανάπτυξη του χρόνου είναι στο 2,3% σημαντικά χαμηλότερη από αυτή που προβλέπει ο προϋπολογισμός. Το καταθέτω στα Πρακτικά.

Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ η πρόβλεψη για το ρυθμό ανάπτυξης του χρόνου είναι στο 2%, ακόμη πιο χαμηλά και από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και αρκετά πιο χαμηλά από αυτό που προβλέπει ο Προϋπολογισμός. Καταθέτω και αυτό στα Πρακτικά.

Σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχουμε πάλι πρόβλεψη στο 2%. Καταθέτω στα Πρακτικά.

Και σύμφωνα με την τράπεζα HSBC, που είχε πέσει αρκετά κοντά στις φετινές προβλέψεις της, η ανάπτυξη και το 2024 έχει προβλεφθεί στο 1,3%. Από άρθρο του Οικονομικού Ταχυδρόμου. Το καταθέτω στα Πρακτικά.

Από πού, λοιπόν, προέκυψε, κυρίες και κύριοι της Κυβέρνησης, ότι θα έχουμε ανάπτυξη 3% του χρόνου ή έστω 2,9%, τη στιγμή που έχουμε ένα διεθνές κλίμα ύφεσης και έναν προϋπολογισμό λιτότητας, μια αλήθεια που κρύβεται πίσω από τα επιλεκτικά σας στοιχεία;

Φυσικά, η προς τα κάτω αναθεώρηση της πρόβλεψης για ανάπτυξη από 3% στο 2,9% είναι μικρή –κάπου 250 εκατομμύρια ευρώ– όμως είναι πολύ σημαντική, διότι έγινε ενώ ακόμη δεν έχει ξεκινήσει το 2024. Είμαστε βέβαιοι ότι θα υπάρξουν και άλλες, διότι αυτό που δεν παραδέχεστε, αλλά έρχονται τα ίδια τα νούμερα για να σας διαψεύσουν, είναι ότι εφαρμόζετε έναν Προϋπολογισμό λιτότητας και ας μιλάτε για –δήθεν- θεαματικούς ρυθμούς ανάπτυξης.

Αυτό που συγκρατεί την ανάπτυξη χαμηλά, είναι το τεράστιο δημόσιο χρέος, το οποίο για μας δεν είναι μόνο παράνομο, αλλά είναι και μη βιώσιμο. Αυτό το χρέος είναι που γεννά τους προϋπολογισμούς λιτότητας και δεν επιτρέπει στην οικονομία μας να αναπτυχθεί με υψηλότερους ρυθμούς. Ο Προϋπολογισμός καυχιέται ότι το χρέος μειώθηκε ως ποσοστό του ΑΕΠ στο 159% ενώ από το 2019 ως τώρα στην πραγματικότητα το χρέος έχει αυξηθεί, από 356 δισεκατομμύρια στα 402 δισεκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με την Εισηγητική Έκθεση του Προϋπολογισμού.

Η λεγόμενη μείωση του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ οφείλεται στο ότι το ΑΕΠ αυξήθηκε και ο κύριος λόγος γι’ αυτό είναι, κυρίως, ο υψηλός πληθωρισμός. Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και ως ποσοστό του ΑΕΠ, έχουμε το μεγαλύτερο δημόσιο χρέος στην Ευρώπη και αυτό είναι πολύ μεγαλύτερο από εκείνο που είχαμε όταν μπήκαμε το 2010 στα μνημόνια. Γι’ αυτό, ας λέμε την αλήθεια όλη και να μην καυχιόμαστε γι’ αυτήν την καταστροφή, την οποία φορτώσατε και εσείς και οι κύριοι του ΠΑΣΟΚ στον ελληνικό λαό για πολλές γενιές.

Καταθέτω εδώ πέρα από την EUROSTAT στοιχεία για το πού βρίσκεται το δημόσιο χρέος, σε σχέση με τα άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εδώ θα αναφερθώ συνοπτικά στις προβλέψεις της εισηγητικής έκθεσης για τον πληθωρισμό, που βλέπει ότι αυτός θα κατέβει από 3,9%, στο 2,6% το 2024, προβλέψεις που θεωρούμε ότι είναι ρεαλιστικές, διότι ο Προϋπολογισμός στην πραγματικότητα είναι υφεσιακός.

Αυτή η μείωση, όμως, δεν λύνει το μεγάλο πρόβλημα της ακρίβειας στα τρόφιμα, ιδίως, για τα μεσαία και ασθενέστερα στρώματα. Η καταπολέμηση της ακρίβειας στο εξής απαιτεί πιο τολμηρές κυβερνητικές παρεμβάσεις για την πάταξη της αισχροκέρδειας. Έκπληξη, επίσης, προκαλούν οι προβλέψεις για την ανεργία που, σύμφωνα με τον Προϋπολογισμό, θα μειωθεί κατά μόλις 0,6%, από 11,2% δηλαδή στο 10,6% του χρόνου. Από το 2015 η ανεργία μειώνεται ετησίως κατά 2%, χωρίς να μετράμε το 1 εκατομμύριο που εσείς, το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ στείλατε στο εξωτερικό, το λεγόμενο brain drain και έτσι τα νούμερα της ανεργίας φαίνονται αρκετά χαμηλότερα.

Μας ανησυχεί, όμως, ότι ο Προϋπολογισμός του 2024 δείχνει ότι η πτώση της ανεργίας θα είναι, πλέον, στο εξής πολύ αργή. Αυτό είναι ένα σοβαρό πρόβλημα διότι συνεχίζουμε να έχουμε τη δεύτερη υψηλότερη ανεργία στην Ευρώπη μετά την Ισπανία και απέχουμε πολύ από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, που είναι 6%.

Περνώ τώρα, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, στο δεύτερο μέρος της εισήγησής μου που αφορά τα έσοδα του Προϋπολογισμού. Συνολικά τα έσοδα του Προϋπολογισμού του 2024 ανέρχονται σε 65 δισεκατομμύρια ευρώ. Από αυτά, τα μισά είναι έμμεσοι φόροι, κυρίως ΦΠΑ και ειδικός φόρος κατανάλωσης. Οι έμμεσοι φόροι είναι κοινωνικά άδικοι διότι είναι οι ίδιοι για τους φτωχούς και οι ίδιοι για τους πλούσιους. Αν ένα άπορο παιδί και ένα παιδί ενός εκατομμυριούχου αγοράσουν ένα αναψυκτικό και οι δύο θα πληρώσουν 24% ΦΠΑ, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η τεράστια κοινωνική ανισότητα μεταξύ τους.

Τώρα, η αναλογία συμμετοχής των έμμεσων και άμεσων φόρων στον Προϋπολογισμό είναι η μοναδική στην Ευρώπη υπέρ των άδικων έμμεσων φόρων, όπως συχνά τονίζουν και οι Βουλευτές του ΠΑΣΟΚ. Όμως, αυτό που υπενθυμίζουμε στους Βουλευτές του ΠΑΣΟΚ είναι ότι αυτή η κατάσταση εδραιώθηκε, κυρίως, από τα τρία μνημόνια, τα οποία ψήφισαν και εκείνοι με πάθος, αυτοί οι κύριοι που σήμερα διαμαρτύρονται για το γεγονός ότι ο ΦΠΑ καλύπτει το 35% των εσόδων του Προϋπολογισμού και μαζί με τον ειδικό φόρο κατανάλωσης καλύπτουν μαζί το 50% των εσόδων.

Μαζί τα κάνατε αυτά, και οι κύριοι του ΠΑΣΟΚ και βεβαίως της Νέας Δημοκρατίας, του ΣΥΡΙΖΑ και φοβάμαι και της Νέας Αριστεράς και ο λαός το ξέρει και δεν το ξεχνά.

Την ίδια στιγμή που οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι συμμετέχουν στο μεγαλύτερο μέρος των εσόδων του Προϋπολογισμού και μετά το πρόσφατο φορολογικό νομοσχέδιο, όπου πρόκειται να επιβαρυνθούν και οι μικροί αυτοαπασχολούμενοι, δείτε τι μερίδιο επί των κρατικών εσόδων έχουν οι ευπορότερες τάξεις:

Με βάση τα επίσημα στοιχεία του Προϋπολογισμού, οι δασμοί επί των εισαγωγών –ακριβά αυτοκίνητα, μηχανήματα, υπολογιστές κ.λπ.– καλύπτουν μόλις το 0,5% των εσόδων του Προϋπολογισμού, 5 ‰ δηλαδή, ενώ οι φόροι στα κεφάλαια, τη στιγμή που οι τράπεζες έχουν υπερκέρδη, καλύπτουν μόλις το 0,3% των εσόδων του Προϋπολογισμού -αυτά είναι 3‰.

Καταθέτω εδώ έναν πίνακα του ΟΟΣΑ, ο οποίος δείχνει ότι για το 2021 οι φόροι στα κέρδη των επιχειρήσεων στην Ελλάδα ήταν στο μισό των αντίστοιχων των κρατών μελών του ΟΟΣΑ: 10% των εισοδημάτων των κρατών μελών του ΟΟΣΑ από φόρους προέρχονται από φόρους στις επιχειρήσεις, ενώ 5% συνολικά, από τις μεγάλες και τις μικρότερες επιχειρήσεις, προέρχονται για τα έσοδα του Προϋπολογισμού του ελληνικού. Αυτό μας βάζει στην 36η θέση, πάρα πολύ κοντά στο τέλος των κρατών μελών του ΟΟΣΑ.

Όλα αυτά γίνονται τη στιγμή που οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι καλύπτουν με τον φόρο εισοδήματος το 20% των εσόδων και, όπως είπαμε, οι οριζόντιοι φόροι -ΦΠΑ και ειδικός φόρος κατανάλωσης- καλύπτουν το 50%. Πιο άδικη, πιο ταξική και πιο αντιλαϊκή φορολόγηση ούτε ο σερίφης του Νότιγχαμ δεν θα μπορούσε να επινοηθεί.

Όσο για τη φορολογία της σιδηράς κυρίας Θάτσερ, την οποία έζησα ως φοιτητής στη Βρετανία, αυτή μοιάζει με σοσιαλιστικό παράδεισο μπροστά στο δικό σας φορολογικό σύστημα που κατατίθεται στον Προϋπολογισμό.

Παίρνω τώρα στο τρίτο μέρος της εισήγησής μου, που αφορά τις δαπάνες. Προηγουμένως, όμως, πρέπει να τονίσουμε ότι αναμένουμε, όπως και κάθε χρόνο, πολλές από τις δαπάνες του Προϋπολογισμού να αναθεωρηθούν προς τα πάνω ή προς τα κάτω, μια κακή πρακτική που έχει πλέον καταντήσει ρουτίνα.

Εν πάση περιπτώσει, με βάση την εικόνα που έχουμε τώρα –διότι ο προϋπολογισμός, εν τέλει, αυτό είναι, μια υπόσχεση που συνήθως δεν τηρείται–  αυτήν την εξιδανικευμένη εικόνα που έχουμε μπροστά μας, ο Προϋπολογισμός του 2024 διατείνεται ότι θα υπάρξουν κάποιες αυξήσεις στην παιδεία και στην υγεία. Αυτό οπωσδήποτε δεν είναι αλήθεια για την περίπτωση της υγείας. Σε πραγματικές τιμές, δηλαδή αν αφαιρέσουμε τον πληθωρισμό, σε σύγκριση με τον απολογισμό του 2021 -που είναι ο πιο πρόσφατος απολογισμός του «τι πραγματικά έγινε» που έχουμε στα χέρια μας- οι δαπάνες για το Υπουργείου Υγείας ανέρχονται από 5,3 δισεκατομμύρια το 2021, στα 6 δισεκατομμύρια το 2024. Έχουμε, δηλαδή, μια αύξηση της τάξης του 13% – 14%, που σημαίνει ότι οι δαπάνες στην υγεία θα παραμείνουν στα ίδια ακριβώς επίπεδα αν αφαιρέσουμε τον προϋπολογισμό των ετών που μεσολάβησαν.

Αυτό, όμως, συμβαίνει παρά το γεγονός ότι στο μεταξύ η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε αυτά τα χρόνια, συσσωρευτικά, κατά 8,5% του ΑΕΠ. Με άλλα λόγια, από τον νέο πλούτο που δημιούργησε η ανάπτυξη των τελευταίων δύο ετών, απολύτως τίποτα δεν πάει στην υγεία. Γι’ αυτό ως ποσοστό του ΑΕΠ τα κρατικά έξοδα για την υγεία παραμένουν στάσιμα και βρίσκονται σημαντικά χαμηλότερα από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΟΟΣΑ.

Καταθέτω εδώ στοιχεία της EUROSTAT που δείχνουν την Ελλάδα, τουλάχιστον, δύο ποσοστιαίες μονάδες κάτω από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσον αφορά τις δαπάνες για την υγεία.

Όσον αφορά τώρα την παιδεία, εκεί έχουμε εκ πρώτης όψεως μια καθαρή αύξηση για το 2024 που υπερβαίνει λίγο τα επίπεδα του πληθωρισμού, από 5 δισεκατομμύρια το 2021, τα έξοδα για την παιδεία ανέρχονται, στον Προϋπολογισμό τουλάχιστον, στα 6,5 δισεκατομμύρια για το 2024, δηλαδή μια καθαρή αύξηση της τάξεως του 15% αν αφαιρέσουμε τον πληθωρισμό. Αυτή η άνοδος, όμως, προορίζεται σχεδόν στο σύνολό της να καλύψει μισθολογικές αυξήσεις καθηγητών που προβλέπεται να ισχύσουν από την 1η Ιανουαρίου του 2024 και που αποτελούν, όπως λέει το σχέδιο του Προϋπολογισμού, τα 3/4 των δαπανών που δίνονται στο Υπουργείο Παιδείας.

Με άλλα λόγια, οι υποδομές, τα κτίρια, ο εξοπλισμός των σχολείων και της γενικότερης εμπειρίας των μαθητών και φοιτητών, δεν προβλέπεται να λάβουν αυξημένα κονδύλια σε πραγματικές τιμές. Γι’ αυτό τα έξοδα για την παιδεία θα παραμείνουν το 2024 κοντά στο 3% του ΑΕΠ, κρατώντας έτσι τη χώρα μας σε μία από τις χαμηλότερες θέσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 27.

Καταθέτω στα Πρακτικά πίνακα με στοιχεία της EUROSTAT για το 2021, που δείχνει ότι η Ελλάδα είναι η τρίτη χώρα από το τέλος στα έξοδα της Κυβέρνησης για την παιδεία ως ποσοστό του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος.

Ένας άλλος τομέας του κοινωνικού κράτους, το Υπουργείο Πολιτισμού, υποβάλλεται από τον Προϋπολογισμό του 2024 σε καθαρή μείωση δαπανών που κινούνται αρκετά κάτω από το ύψος του πληθωρισμού. Το Υπουργείο από 375 εκατομμύρια ευρώ το 2022, λαμβάνει 400 εκατομμύρια το 2024. Δηλαδή, υπάρχει αύξηση μόλις 7%, τη στιγμή που πληθωρισμός στην περίοδο αυτή ήταν 14% και οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων που εργάζονται στο Υπουργείο θα είναι, επίσης, από του χρόνου αυξημένοι. Κατά τα άλλα, δεν χάνετε ευκαιρία να αποκαλείτε τον πολιτισμό τη βαριά βιομηχανία της χώρας. Όμως, με 2‰ του ΑΕΠ και υποστελεχωμένες υπηρεσίες, στα μουσεία ιδιαίτερα, ούτε ελαφρά βιομηχανία δεν νοείται με αυτό το ποσό.

Σε αντίθεση με τους τομείς του κοινωνικού κράτους, τα Υπουργεία που διατηρούν εύρωστους προϋπολογισμούς ή λαμβάνουν αυξήσεις, είναι εκείνα που αφορούν τους λεγόμενους κατασταλτικούς μηχανισμούς του κράτους, δηλαδή η άμυνα και η δημόσια τάξη. Τα έξοδα του Υπουργείου Αμύνης και οι εξοπλισμοί εμφανίζουν, είναι αλήθεια, σχετική μείωση -προς το παρόν- σε σύγκριση με το 2021 από 6,4 δισεκατομμύρια τότε σε 6,1 δισεκατομμύρια σήμερα.

Όμως, ο απολογισμός του έτους 2021 δείχνει πως στο τέλος εκείνης της χρονιάς ξοδεύτηκαν τελικά 7 δισεκατομμύρια για την άμυνα, μια απόκλιση που επαναλήφθηκε και το 2020. Γι’ αυτό αναμένουμε πως οι δαπάνες για την άμυνα, μάλλον, θα υπερβούν ξανά το ποσό που προβλέπεται και για τον Προϋπολογισμό του 2024, με αναθεωρήσεις φυσικά. Σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα θα συνεχίσει και του χρόνου να ξοδεύει κοντά στο 3% του ΑΕΠ για την άμυνα, δηλαδή μιάμιση φορά παραπάνω από τον στόχο του 2% που θέτει το ΝΑΤΟ για τα κράτη μέλη του.

Ταυτόχρονα, το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη –το πρώην Δημόσιας Τάξης, δηλαδή- παρουσιάζει μεγάλη αύξηση, αρκετά πάνω από τον πληθωρισμό, από 1,9 δισεκατομμύρια το 2021, με βάση τον απολογισμό του έτους εκείνου, σε 2,3 δισεκατομμύρια το 2024. Η μερίδα του λέοντος από τα χρήματα αυτά πηγαίνει στην αστυνομία, η οποία λαμβάνει σχεδόν 2 δισεκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με το σχέδιο του Προϋπολογισμού, δηλαδή σχεδόν το 1% του ΑΕΠ. Πρόκειται για τεράστιο ποσοστό που πλησιάζει εκείνα των χωρών που βρίσκονται σε εμφύλιο πόλεμο.

Αν αναλογιστεί κανείς ότι ο μέσος όρος των δαπανών για την άμυνα στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι 1,5% του ΑΕΠ, εμείς ξοδεύουμε 1% για την αστυνομία. Γιατί; Μήπως η Κυβέρνηση πολεμά, όπως έκανε και τη δεκαετία του 1950, έναν εσωτερικό εχθρό και δεν το λέει; Η χώρα μας, σύμφωνα με τα στοιχεία του Προϋπολογισμού, έχει πενήντα χιλιάδες αστυνομικούς. Σύμφωνα με την Eurostat, αυτό αναλογεί σε πεντακόσιους είκοσι πέντε αστυνομικούς ανά εκατό χιλιάδες κατοίκους. Είναι αριθμός σχεδόν διπλάσιος από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συγκρίσιμος με τους αστυνομικούς που έχουν κράτη όπως η Τουρκία και το Μαυροβούνιο, δηλαδή δύο από τις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες της Ευρώπης. Δεν είμαστε σίγουροι αν εσείς θεωρείτε αυτές τις τεράστιες δαπάνες για την αστυνομία ως ένδειξη εκσυγχρονισμού, πάντως οι ευρωπαίοι τις θεωρούν λίγο πιο γνώρισμα υπανάπτυξης.

Καταθέτω στα Πρακτικά πίνακα της Eurostat για το 2022 που δείχνει ότι οι πιο σύγχρονες χώρες της Ευρώπης έχουν μεταξύ του ενός τρίτου και του μισού του αριθμού των αστυνομικών ανά εκατό χιλιάδες κατοίκους από ότι έχει η χώρα μας.

Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι το Υπουργείο Προεδρίας λαμβάνει αύξηση κοντά στο 25% σε σχέση με τον απολογισμό του 2021, από 33 σε 43 εκατομμύρια ευρώ. Από αυτά, τα μισά προορίζονται για την επικοινωνία και ενημέρωση όπου εργάζονται δύο χιλιάδες διακόσια πενήντα άτομα. Αυτά είναι σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού, ειδικά στα νούμερα αυτά, δηλαδή σχεδόν τα τρία τέταρτα του προσωπικού όλου του Υπουργείου.

Αυτά τα ποσά ξέρετε δεν πέρασαν απαρατήρητα από τον Τύπο. Έχουν υπάρξει δημοσιεύματα τα οποία ήδη σχολιάζουν το μέγεθος της παρέμβασης που κάνει η Κυβέρνηση στη χειραγώγηση και τη διακίνηση της πληροφορίας, δηλαδή σε αυτό που λέμε εμείς προπαγάνδα. Εκείνο που ο Τύπος ενδεχομένως να μην γνωρίζει, αλλά τους το λέμε εμείς τώρα, είναι ότι στον πρόσφατο απολογισμό του 2021 η Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης του Υπουργείου Προεδρίας έλαβε στο τέλος του έτους τετραπλάσια κονδύλια από εκείνα που αρχικά προβλέπονταν στον Προϋπολογισμό. Πιστεύουμε ότι το ίδιο τρικ θα επαναληφθεί και στον Προϋπολογισμό του 2024.

Κρίνοντας από το γεγονός ότι ο Προϋπολογισμός του 2021 αναθεωρήθηκε τέσσερις φορές στη διάρκεια του έτους εκείνου και εκείνος της προηγούμενης χρονιάς, του 2020, αναθεωρήθηκε έξι φορές, είμαστε σχεδόν βέβαιοι ότι ο Προϋπολογισμός του 2024 παρουσιάζει και αυτός σοβαρές αποκλίσεις από την πραγματικότητα. Αυτό μας βάζει την έντονη υποψία ότι, μάλλον, συζητάμε σήμερα ξανά άλλον έναν εικονικό Προϋπολογισμό, μέσα από τον οποίο παρουσιάζετε στους πολίτες τα όνειρά σας για το 2024 και όχι την πραγματικότητα που πρόκειται να διαχειριστείτε.

Ελλείψει πιο ρεαλιστικών προτάσεων εκ μέρους της Κυβέρνησης, είμαστε υποχρεωμένοι να ασκήσουμε κριτική στην ωραιοποιημένη εικόνα της οικονομίας που μας παρουσιάζετε σήμερα στα χαρτιά. Όμως, γνωρίζουμε καλά ότι η πραγματικότητα που βιώνουν κάθε μέρα οι περισσότεροι πολίτες στους χώρους εργασίας τους και στην αγορά, είναι πολύ σκληρή και η Πλεύση Ελευθερίας πάντα βρίσκεται και θα βρίσκεται στο πλευρό των πολλών.

Κλείνοντας, κύριε Πρόεδρε, πρέπει να τονίσουμε ότι για την Πλεύση Ελευθερίας ο Προϋπολογισμός του 2024 είναι κοινωνικά άδικος, διότι συνεχίζει να αντλεί περισσότερα έσοδα από τα μεσαία και ασθενέστερα στρώματα, ιδίως τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους, καθώς και από έμμεσους οριζόντιους φόρους που επιβαρύνουν το ίδιο τους φτωχούς όσο και τους πλούσιους.

Δημοσιονομικά είναι ένας Προϋπολογισμός σκληρής λιτότητας, ο οποίος επαναφέρει τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, διότι η Ελλάδα δεν έχει ακόμη απαλλαγεί από το καθεστώς των μνημονίων και ιδίως του τρίτου μνημονίου του 2015 που καθιέρωσε τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα ως ένα μόνιμο δομικό χαρακτηριστικό της ελληνικής οικονομίας για όλη την επόμενη γενιά, εξαιτίας, βεβαίως, της κρίσης χρέους που μας κληροδότησαν οι παλαιότερες Κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ.

Τέλος, ο Προϋπολογισμός του 2024 συντηρεί τις δομές ενός απαρχαιωμένου κρατικού μηχανισμού, καθώς και υπερβολικά ψηλές δαπάνες στους τομείς της άμυνας και της δημόσιας τάξης. Υπό την έννοια αυτή, είναι ένας Προϋπολογισμός που -για να παραφράσω τη γνωστή ρήση από τον Επιτάφιο του Περικλή- εξυπηρετεί τους λίγους και όχι τους πολλούς. Είναι, με άλλα λόγια, ένας Προϋπολογισμός που ενισχύει τις αυταρχικές και κατασταλτικές δομές του κράτους και συντηρεί ένα καθεστώς υποχρηματοδότησης της κοινωνικής πολιτικής και του κράτους πρόνοιας. Γι’ αυτούς τους λόγους, η Πλεύση Ελευθερίας θα καταψηφίσει τον Προϋπολογισμό. Ευχαριστώ».